πλουθυγίεια

πλουθυγίεια
πλουθ-υγίεια, , Reichtumswohlsein, Reichtum mit Gesundheit verbunden; ὑγίεις ὄλβος, gesunder, echter, solider Reichtum

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πλουθυγίεια — και πλουθυγιεία, ἡ, Α πλούτος και υγεία μαζί. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλοῦτος + ὑγιεία/ὑγίεια] …   Dictionary of Greek

  • πλουθυγιείαν — πλουθυγιείᾱν , πλουθυγίεια health and wealth fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλουθυγίειαν — πλουθυγίεια health and wealth fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλούτος — I Γιος της Δήμητρας και του Ιασίωνα, θεός της ευφορίας των αγρών και γενικά του πλούτου. Συχνά ταυτίζεται με τον θεό του Άδη Πλούτωνα. Ο γλύπτης Κηφισόδοτος στο διάσημο σύμπλεγμά του τον παριστάνει ως βρέφος στην αγκαλιά της Ειρήνης, αλλά ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”